Καταστατικό του ιστολογίου

1. Μπορεί ο καθένας να γράψει ό,τι θέλει σε αυτόν τον χώρο χωρίς να λογοκριθεί από κανέναν.
2. Όλοι είμαστε ίσοι και μπορούμε να πράξουμε ανάλογα με τις δυνάμεις και τη φαντασία μας.
3. Δεν μας απασχολεί το θέμα του καλού και του κακού.
4. Δεν υπάρχει εδώ μέσα δίκαιο και άδικο.
5. Μίλα όπως σκέφτεσαι.

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

Δείτε τον παλιοκαραγκιόζη που σταθμεύει παράνομα (βίντεο)

Δείτε το βίντεο από το blog Αποκαλυπτικές Ειδήσεις


Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

O φόβος ως λειτουργός εξισορρόπησης της εικόνας και της απουσίας αυτής μέσα στο σύγχρονο αστικό τοπίο με ένα εικαστικό παράδειγμα

  της Αγγελικής Βασιλοπούλου*

       To κείμενο καταπιάνεται με θέματα αισθητικής και σύγχρονης κοινωνιολογίας μέσα από μια φιλοσοφική σκοπιά. Κάνοντας ένα προσχέδιο μάλλον πάνω στο ζήτημα της χρησιμότητας και συμβολής της Φιλοσοφίας στα προβλήματα της εποχής μας, με έμφαση σε τρεις σημειολογικές έννοιες- την πλάνη, την εικόνα και τον φόβο-υπογραμμίζεται η έννοια της Απ-ουσίας ( absence) οντολογικά και πραγματιστικά μέσα στο αστικό τοπίο και με την βοήθεια τριών παραδειγμάτων. Ποιά είναι η έννοια της απ-ουσίας στις δυτικές αδηφάγες μεγαλουπόλεις και πώς επηρεάζει και μορφώνει την ήδη κατακερματισμένη ανθρώπινη υπόσταση; Πώς η δύναμη της εικόνας απογυμνώνει την ανθρώπινη συνήθεια και πώς η φιλοσοφία δύναται να αποτελέσει μέσο επανασυνειδητοποίησης του εγώ και της ύπαρξής μου; Yπάρχει τρόπος αποφυγής του κοινωνικού αποκλεισμού μας μέσω της φιλοσοφίας; Διαθέτουμε οι φιλόσοφοι τα επαρκή τεκμήρια για να κατασκευάσουμε ποιοτικά έναν ήλιο δίχως να καούμε από αυτόν στον κόσμο των εικόνων, της πλάνης και του φόβου, και ποιός θα ήταν ο σχεδιαστής του; Πόση αλήθεια μπορεί να μας παρηγορήσει μπροστά στην εικόνα με το κλάμα ενός βασανισμένου παιδιού στο Ιράκ και πόσο επικίνδυνο μπορεί να γίνει ένα ψέμα, ντυμένο με το μανδύα της ιδέας ή μιας ηδονής αποκοιμίζοντάς με την νύχτα πάνω σε αφράτα παπλώματα;
 
      Με δεδομένο πως η ανθρώπινη ολοκλήρωση είναι ντετερμινιστικά ανολοκλήρωτη μέσα στο χρόνο και τις κοινωνικές και βιοτικές μας συνθήκες, το μόνο που απομένει πραγματικά είναι η ανανέωση, o εμπλουτισμός και η αναβάθμιση του τρόπου σκέψης μας, εναρμονισμένος με τη φύση και το εγώ. Η φιλοσοφία πρέπει να πειραματιστεί πάνω σε νέες φόρμες και να ξεφύγει από τα στεγανά πλαίσια του ‘κάδρου’, μιλώντας βάσει της εικαστικής φόρμας. Σε μια εποχή, όπου οι φιλόσοφοι διοργανώνουν συνέδρια στην Οξφόρδη για το World of Warcraft, τον Ηarry Potter και τα comics, υπενθυμίζοντάς μας πως κάπου στο παρασκήνιο ελλοχεύει το ‘The big lie’ του Eric Katz και ο παράλληλος κόσμος ενός Matrix, αναρωτιέμαι ποιά θα είναι η μελλοντική στάση μας στην επιβολή της εικόνας και των παιγνίων της στον ανθρώπινο εγκέφαλο; Ας πάρουμε ένα αντίστροφο παράδειγμα, αυτό της απουσίας της.

    H Απ-ουσία δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη απώλεια ή καταστροφή, αλλά τη μη ύπαρξη ρεαλιστικών στόχων πάνω σε φόρμες και παραδοσιακά μοτίβα, ιστορικά και φιλοσοφικά, που δύνανται να εξελίξουν ή και να κατακρημνίσουν οριστικά το ανθρώπινο όραμα στις διάφορες μορφές του. Θα μπορούσε εδώ να προσθέσει κάποιος, ότι η έννοια της Απ-ουσίας ενέχει μια κάποια μορφή αναρχισμού και αποδόμησης, η οποία όμως αφορά ένα άλλο κεφάλαιο. Έχοντας, λοιπόν, ως άξονα την πόλη, όπου, όταν μια οικονομική αντίληψη όπως ο δυτικός φιλελευθερισμός ή μια οικολογική ιδέα, όπως η βιώσιμη και αειφόρος ανάπτυξη, μορφώνεται, εισακούγεται και τελικώς υλοποιείται με ή χωρίς την συγκατάθεσή μας, το άμεσο συναίσθημα που την διαδέχεται είναι η απ-ουσία συναισθήματος ∙ κι αυτό, γιατί η δύναμη του αποτελέσματος της υλοποιημένης πια ιδέας δυσκολεύεται να βρει αποδέκτες μέσα σε ένα αστικό τοπίο. Ο αποδέκτης μιας ιδέας κυριευμένος από την δύναμη των εικόνων, στις οποίες θα αναφερθώ παρακάτω, δεν αντέχει τη σώρευση των πολυπληθών και πολυδιάστατων πληροφοριών που βιώνει καθημερινά μέσα στο άστυ, με αποτέλεσμα τη δική του απόσταση, την απ-ουσία, δηλαδή νοήματος (κενού) και, ενδεχομένως, απώλεια προσανατολισμού του από το σημείο αφετηρίας του - ας το ορίσει καθένας ανάλογα με τις ανάγκες του.

    Το ερώτημα δεν είναι ποιος ορίζει τις ανάγκες μου, αλλά σε τι βαθμό εγώ μπορώ να ορίσω τις ανάγκες μου, ώστε να μην στέκομαι απλός παρατηρητής τους, αλλά να είμαι παρών σε αυτές ενόσω μορφοποιούνται και όχι απών. Το αστικό τοπίο μου δημιουργεί πλάνες και φόβο να συγκρουστώ με την συνείδησή μου, που δεν είναι έτοιμη να δεχτεί την ευπλαστότητα και πλάνη των ιδεών, την αδυναμία μου μπροστά στο γήρας, το θάνατο και την αδικία. Δεν είναι ο φοβισμένος αστός, αλλά ο δήμιος της εξουσίας που υποθάλπει την αστική παράνοια πίσω από γραφειοκρατικούς, κομματικούς και ψευδοπολιτιστικούς μηχανισμούς που φαλκιδεύουν τη φωνή του σύγχρονου ανθρώπου ωσότου ακουστεί αυτή περισσότερο σαν βραχνάς παρά σαν ιαχή. Αυτή η φωνή παίρνει κοινωνικές διαστάσεις όταν η απουσία της ατομικής μου συνείδησης, πνίξει σταδιακά και τον διπλανό μου, τον συνάνθρωπό μου, τον γειτνιάζοντα, το παιδί, τον ηλικιωμένο. Σαν τις ναρκωτικές θανατηφόρες ουσίες που η χρήση τους διώχνει το φόβο και παραλύει τις αντιστάσεις, η απουσία του ατόμου από το γίγνεσθαι και ο αυτοπεριορισμός του στον μικρόκοσμο των συμφερόντων, μειώνει τον φόβο και ενθαρρύνει την κοινωνική αναλγησία.

    Τελικά, ποιός θάνατος μέσα σε αστικά ντουβάρια είναι πιο ανώδυνος; Και ποιός μας ποτίζει το ναρκωτικό της αναλγησίας; Αν δε, συμπεριλάβουμε την στατιστική μελέτη που αναφέρει ότι οι ψυχικά ασθενείς, λαϊκιστί μισότρελοι σπάνια θα παρουσιάσουν παθήσεις και συνήθεις αιτίες θανάτου που συμβαίνουν στα μεγάλα αστικά κέντρα, ίσως θα έπρεπε να επαναπροσδιορίσουμε τις κοινωνικοφιλοσοφικές μας μεγαλεπήβολες στοχοθεσίες, αλλά αυτό θα συνέβαινε σ’ έναν δι-εστραμμένης λογικής πλανήτη. Αρκούμεθα, λοιπόν στη δική μας μη παρανοϊκή ηθική και λογική θεωρώντας το συναίσθημα ταπεινότερο και ατελές και την απουσία του ανθεκτικότερη προς χάριν της ατομικής μου επιβίωσης.

     Ένα στοιχείο που ενισχύει την απουσία της ατομικής μας ευθύνης και αφιονίζει τις παιδικές ψυχές από το σχολείο κιόλας με τον φόβο, είναι η εικόνα. Το εικαστικό παράδειγμα στην ταινία του Jean-Luc Godard ‘Η Ελεγεία του Έρωτα’(‘Eloge De L'amour΄). Η αποτύπωση της απώλειας και της απουσίας είναι αισθητά στοιχεία όχι μόνο του εικαστικού αναρχισμού, αλλά και προθάλαμος μιας ισοπεδωτικής πλάνης που ταλανίζει το ανθρώπινο στοιχείο στις μεγαλουπόλεις. Εκείνο που σώζει και διαφοροποιεί το βαμπίρ μικροαστό, είναι η αγωνία του να ξεφύγει απ' την κατάσταση και όχι να αποκατασταθεί σε μια ισορροπία καφκικού τρόμου με μια ψευδαίσθηση κοινωνικής επιτυχίας. Σε ένα αστικό τοπίο Αποκάλυψης της δυτικής κοινωνίας, που οδεύει στην πλήρη αποσύνθεση, την αυτοκαταστροφή και τον κανιβαλισμό, δίνεται το στίγμα της ανακολουθίας της βιομηχανικής εποχής με τα ιδανικά του ρομαντισμού της Γαλλικής επανάστασης. Επερώτηση: υπάρχει τρόπος αποφυγής του κοινωνικού αποκλεισμού μας μέσω της φιλοσοφίας; Η φιλοσοφία πιστεύουμε ότι μπορεί να αναμορφωθεί βάσει των νέων δεδομένων της εποχής μας, προσαρμόζοντας αυτά στο μέτρο όχι του εφικτού αλλά του δυνατού, εκείνου δηλ. που δύναται να αναβαθμίσει την ανθρώπινη υπόσταση και το πνεύμα. Με δεδομένο πως η ανθρώπινη ολοκλήρωση είναι ντετερμινιστικά ανολοκλήρωτη μέσα στο χρόνο και τις κοινωνικές και βιοτικές μας συνθήκες, το μόνο που απομένει πραγματικά είναι η ανανέωση, η εμπλουτισμός και η αναβάθμιση του τρόπου σκέψης μας, εναρμονισμένος με τη φύση και το εγώ.

      Η φιλοσοφία πρέπει να πειραματιστεί πάνω σε νέες φόρμες και να ξεφύγει από τα στεγανά πλαίσια του ‘κάδρου’. Όπως αποτυπώνεται στο σέλιλοιντ ο φιλμικός χώρος του δράματος, ο ‘εντός του οπτικού πεδίου ή εντός κάδρου’, όπου εστιάζουμε στην εικόνα και ο ‘εκτός του οπτικού πεδίου ή εκτός κάδρου’, όπου δεν φαίνεται η εικόνα, αλλά υπονοείται, έτσι και στη φιλοσοφία πρέπει να γίνει αντιστροφή του πλάνου και τα εντός να γίνουν εκτός∙ δηλαδή, αν το κύριο πλάνο ( εντός κάδρου), ας το ονομάσουμε άνθρωπος στη βροχή και το δευτερεύον (εκτός κάδρου), ας το ονομάσουμε δέντρο, αντιστραφούν, τότε το κύριο γίνεται δευτερεύον και το δευτερεύον κύριο. Έτσι και η φιλοσοφία αλλάζει τους ρόλους και τις προτεραιότητες και έχει τη δύναμη να θέσει τα θεωρητικά θεμέλια για μια ριζική αλλαγή της εικόνας μας μετατοπίζοντας το ανθρωποκεντρικό στοιχείο από ρόλο πρωταγωνιστή σε ρόλο δευτεραγωνιστή, έναντι μιας αξίας ή ιδέας σίγουρα αυτή τη φορά πολύ σημαντικότερης και διαχρονικότερης της δικής μας ειμαρμένης. Η δύναμη της εικόνας που δεν αγγίζουμε ποτέ και δρα επικοινωνιακά, διαδραστικά και αισθητικά μας καταστρέφει χωρίς να μας ακουμπά, μοιάζει σαν ένα παιδί που βλέπει μια ζωγραφιά μ’έναν ήλιο στον τοίχο κι όχι τον ίδιο τον ήλιο. Ας υποθέσουμε ότι δεν πιστεύουμε στην ύπαρξή του και αν τον είχαμε μπροστά μας και μας ρωτούσε ‘γιατί όχι;’ ακόμα κι αν τον είχαμε μπροστά μας, παρόλο που δεν θα μας ήταν καθόλου ευχάριστη έκπληξη, δεν θα είχαμε στη διάθεσή μας επαρκή τεκμήρια, άρα δεν είναι επιτακτικό το ερώτημα.

     Ο "εντός του κάδρου" χώρος είναι ο λεγόμενος "on χώρος" και ο "εκτός κάδρου" είναι ο "off χώρος". Εάν επί παραδείγματι, βλέπουμε σ' ένα πλάνο, ένα ζευγάρι ξαπλωμένο στο κρεβάτι του σπιτιού τους, τότε για το ζευγάρι που φαίνεται στην οθόνη, καθώς και για οτιδήποτε άλλο βλέπουμε σ' αυτή (π.χ. το κρεβάτι, το κομοδίνο, κλπ), λέμε ότι βρίσκεται εντός του κάδρου, ενώ για όλα τα υπόλοιπα αντικείμενα που βρίσκονται στον υπόλοιπο χώρο του δωματίου και δεν φαίνονται, λέμε ότι βρίσκονται "εκτός κάδρου". Αν τώρα το ζευγάρι ετοιμάζεται να κάνει έρωτα και η κάμερα στραφεί προς ένα άλλο χωρικό τμήμα του δωματίου, σ' ένα τραπέζι ας πούμε, τότε το τραπέζι και ο υπόλοιπος χώρος γύρω από αυτό, που πριν ήταν "εκτός κάδρου", εισέρχονται τώρα "εντός του κάδρου", αφήνοντας έξω από αυτόν το ζευγάρι ( που μεταφέρεται "εκτός κάδρου"). Με την κίνηση της κάμερας, ο off χώρος έγινε on και ο on χώρος μετατράπηκε σε off. Η ερωτική πράξη του ζευγαριού που πλέον δεν φαίνεται στην οθόνη, λέμε ότι εκτυλίσσεται εκτός κάδρου και ενδεχομένως να υπονοείται με ήχους ηδονικών αναστεναγμών.

     Παρομοίως λειτουργούν τα παιχνίδια. Ένα, κατά την άποψή μου, επικίνδυνο ψέμα είναι το gaming και η τάση της εποχής μας για οτιδήποτε εικονικό (virtual), που δίνει στη εικόνα μια επιπλέον ιδιότητα, αυτή της κίνησης και της ψευδοπαρέμβασης σ’ ένα κόσμο πλασματικό, ονειρικό και ιδανικό. Απευθύνεται σε μεγάλο μέρος των αισθήσεων μας, είναι σε θέση να μας εμπλέξει ενεργά σε εικόνες και καταστάσεις που δεν έχουμε βρεθεί ποτέ ξανά και ενεργοποιεί όχι τόσο την φαντασία, αλλά την αμοραλιστική και με αθέμιτα μέσα διάδραση του χρήστη∙ εν ολίγοις, ο χρήστης μπορεί να αναλάβει ένα ρόλο (στα ευρέως διαδεδομένα rpg- role play games), να σκοτώνει, να σώζει, να μιλάει σε forum σε μια κοινότητα ομοϊδεατών χρηστών και να απογοητεύεται όταν ο εικονικός ήρωας που διάλεξε αποτυγχάνει. Ποιά αξία αποδεικνύεται όταν η ζωή παίρνει διαστάσεις μύθου και ποιός φόβος μου δημιουργεί το αίσθημα της ασφάλειας πίσω από την εικόνα ενός εικονικού πολέμου; Ποιός μπορεί να εγγυηθεί μια υγιή πληροφόρηση στον κόσμο της παραίσθησης, του ψεύδους και της πλάνης; Πολλοί σύγχρονοι φιλόσοφοι έχουν ασχοληθεί με την θεματική του gaming, ενώ η δημοφιλής εταιρεία ανάπτυξης παιχνιδιών CAPCOM προσέλαβε πρόσφατα επιστήμονα με αποκλειστικό ρόλο να τη βοηθήσει να ενσωματώσει υποσυνείδητα μηνύματα σε παιχνίδια. Συγκεκριμένα, ο Nipan Maniar, λέκτορας του Πανεπιστημίου του Πόρτσμουθ στον τομέα των δημιουργικών τεχνολογιών, που στο παρελθόν είχε αναπτύξει ένα παιχνίδι πολιτιστικής συνειδητοποίησης, το C-Shock, θα συνεργαστεί με την Capcom με σκοπό τη δημιουργία δομημένων εκπαιδευτικών περιβαλλόντων μέσα στα παιχνίδια της, όπου τα υποσυνείδητα μηνύματα θα αφορούν τα μαθηματικά και τις επιστήμες και, όπως είναι προφανές, οι gamers δε θα αντιλαμβάνονται την ύπαρξή τους σε καμία περίπτωση.

     Ο Maniar δήλωσε σχετικά: ‘Η δύναμη των παιχνιδιών ως εργαλείων εκπαίδευσης αποτελεί τον πιο ανεκμετάλλευτο εκπαιδευτικό πόρο των ημερών μας’. Την επόμενη φορά λοιπόν που θα αποφασίσω να σκοτώσω τον καλό της παρέας χωρίς ηθικό δισταγμό, δεν θα φταίει ούτε η μουσουλμανική μου κουλτούρα, ούτε η εγκληματική μου γενετική προδιάθεση, ούτε η τάση μου για ψευτουστεροφημία, αλλά η τέρψη μου. Η στιγμιαία ευχαρίστηση και ηδονή που αποκομίζω κλεισμένος στο δωμάτιό μου ότι έδειρα επιτέλους εκείνους τους φασίστες χωρίς να χρειαστεί να βγω στο οδόστρωμα, ότι σκότωσα έναν βουλευτή απαλλάσσοντάς τον από το να πηδήξει εκείνος απ’ το παράθυρο. Ο Γκοντάρ ξέρει καλά πως εκείνο που τον σώζει και τον διαφοροποιεί από τον βαμπιροποιημένο μικροαστό, είναι η αγωνία του να ξεφύγει απ' την κατάσταση και όχι να αποκατασταθεί σε μια ισορροπία τρόμου, που μπορεί να του προσφέρει, πιστεύοντας πως έτσι είναι επιτυχημένος. Μέσα από την παραλλαγμένη ιστορικά εμφάνιση εκπροσώπων της δυτικής Ιστορίας και κουλτούρας (Έμιλη Μπροντέ, Δαντών, Ροβινσών Κρούσος), δίνεται το στίγμα της ανακολουθίας της βιομηχανικής εποχής με τα ιδανικά του ρομαντισμού της Γαλλικής επανάστασης. Ένα απόλυτα μηδενιστικό και πεσιμιστικό έργο, που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την "ευφορία" της αριστερής σκέψης εκείνης της περιόδου και που προαναγγέλλει το τέλος του σινεμά της μυθοπλασίας".

     Η φιλοσοφία πρέπει και οφείλει να αναμορφωθεί βάσει των νέων δεδομένων και προσαρμόζοντας αυτά στο μέτρο όχι του εφικτού αλλά του δυνατού, εκείνου δηλ. που δύναται να αναβαθμίσει την ανθρώπινη υπόσταση και το πνεύμα της. Θέλουμε να ζήσουμε για πάντα και ίσως γι’ αυτό το λόγο βρισκόμαστε σήμερα εδώ για να επιβεβαιώσουμε την δυνατότητά μας αυτή υπό το μανδύα της ιδιότητας του φιλοσόφου, ότι μπορούμε, όχι να αλλάξουμε τον κόσμο, αλλά τον φόβο μας. ‘Ο θάνατος είναι ο δρόμος προς το δέος’. Η γκονταρική αισθητική περιλαμβάνει ιδιότυπα και καινοτόμα champ-contrechamp (δηλαδή ένα πεδίο και κατόπιν το πεδίο της αντίθετης λήψης), όπου χρησιμοποιείται εκτεταμένα η φωνή off (εκτός κάδρου) του συνομιλητή: πλάνα όπου διαβάζουμε στο πρόσωπο του ακροατή τις αντιδράσεις του στο λόγο off του ατόμου που μιλά εκτός κάδρου. Επίσης, ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί τα λαθεμένα ρακόρ στη σύνδεση των πλάνων, στα πλαίσια της αποδομητικής, γκονταρικής μονταζικής σύλληψης. Παρατηρούμε, ακόμη, ένα παιχνίδι με τους ήχους που έρχονται και φεύγουν αναπάντεχα, που έχουν μονταριστεί με κοφτό και απότομο τρόπο. Τα μέσα είναι ο σκοπός όπου όλα τα μέσα επιτρέπονται αφού ο σκοπός βαπτίζεται ως ιερός, ενώ αντίθετα η συναισθηματική, κατώτερη για πολλούς ηθική είναι ανίσχυρη αφού πολλές φορές είναι οκνηρή μπροστά στην πράξη και επομένως ατελής. Η ηθική της αβεβαιότητας, όπου αναλαμβάνω ρίσκο με τις επιλογές μου.

H Αγγελική Βασιλοπούλου είναι  Δρ. Φιλοσοφίας.

Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2012

Audition

Ο Τακάσι Μίικε είναι ιδιαίτερη περίπτωση κινηματογραφιστή: εκκεντρικός μέχρι τα όρια του γκροτέσκ, κινείται γύρω από τις παρυφές του σουρρεαλιστικού σινεμά. Οι ταινίες του βρίθουν από στοιχεία ανατριχιαστικά και ηθελημένα σοκαριστικά.
Στη συγκεκριμένη ένας χήρος μεσήλικας μετά από προτροπή του γιου του αποφασίζει να παντρευτεί για δεύτερη φορά. Κάνει συζήτηση με το φίλο του ο οποίος τον βοηθά να διοργανώσει μια ψεύτικη οντισιόν για ταινία απ’ όπου θα διαλέξει την μέλλουσα νύφη. Από όλες τις κοπέλες και ενώ διατείνεται ότι ψάχνει για μια γυναίκα με αυτοπεποίθηση διαλέγει το εντελώς αντίθετο: μια φοβισμένη κοπελίτσα με βασανισμένο παρελθόν. Το «θύμα» έχει όλα τα προσόντα: αβοήθητο και υποτακτικό.
Το φιλμ απεικονίζει με μοναδικό τρόπο το τι συμβαίνει μέσα στο μυαλό του σαδιστή χήρου. Τις φαντασιώσεις του για τη νεαρά με το αγγελικό πρόσωπο, τις ενοχές του για τις βρώμικες επιθυμίες του, το πένθος του για την πρώην γυναίκα του, τη σχέση με τη γραμματέα που ποτέ δεν πήρε στα σοβαρά, τον ασυνείδητο πόθο του για τη φίλη του γιου του.
Η πλοκή κινείται σε δύο επίπεδα: τον ορίζοντα γεγονότων και το φαντασιακό του ήρωα. Τα γεγονότα δείχνουν το χαρακτήρα του ανδρός και το δεύτερο την παράνοια και τις δαιδαλώδεις πτυχώσεις της ταραγμένης του ψυχής. Είναι προφανές ότι θύματα είναι όλοι στο φιλμ κι αυτό αποδεικνύεται με συγκλονιστικό τρόπο που θα σοκάρει εξαιρετικά τον απληροφόρητο θεατή όταν το δίπολο θύτης-θύμα αντιστρέφεται.
Η βία απεικονίζεται τελείως απροκάλυπτα και θα μπορούσαμε να πούμε ότι «είναι χειροπιαστή». Αυτή η σωματοποίησή της επιτυγχάνεται μέσω των βασανιστηρίων που υφίστανται τα κορμιά των ηρώων. «Τα λόγια ψεύδονται», μας λέει σε μια συγκλονιστική σκηνή η νεαρά, «ο πόνος όμως είναι απολύτως ειλικρινής» και «Ο άντρας φαίνεται από τον τρόπο που πονά»… και άλλα τέτοια.

Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2012

Onibaba

Στην εκτεταμένη έρευνα για καλά θρίλερ βρέθηκα «φάτσα» που λένε με το “Onibaba”. Η ταινία βασίζεται σε βουδιστική παραβολή και εκτυλίσσεται ως μύθος. Η ιστορία σε αδρές γραμμές έχει ως εξής: κατά την περίοδο ενός καταστρεπτικού εμφυλίου, μια πεθερά και η νύφη της (ο γιος και σύζυγος λείπει στον πόλεμο) ζουν σκοτώνοντας λιποτάκτες στρατιώτες σε ένα απέραντο βάλτο με καλαμιές και τους πετούν σε ένα ξεροπήγαδο. Κάποια στιγμή επιστρέφει ο γείτονας χωρίς το σύζυγο και γιο των γυναικών και αρχίζει να πολιορκεί τη νέα και όμορφη χήρα πλέον κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της πεθεράς. Εκείνη ενδίδει στο ζωώδες πάθος και προκαλεί το φθόνο της ηλικιωμένης και το φόβο ότι θα την εγκαταλείψει σύξυλη. Κάποια στιγμή, μετά από αποτυχημένες προσπάθειες να την τρομάξει με την απειλή της θείας τιμωρίας συναντά ένα στρατηγό σαμουράι που φορά μια μάσκα δαίμονα. Τον σκοτώνει, την παίρνει και τη χρησιμοποιεί για να κατατρομοκρατήσει τη νύφη της που όμως ξεπερνά κάθε φορά το φόβο της προς χάριν της λαγνείας. Και τότε ως δια μαγείας επέρχεται η δαιμονική τιμωρία για όλους τους ήρωές μας.
Η σκηνοθεσία μαεστρική και μινιμαλιστική σε άσπρη μαύρη φωτογραφία. Σκιές και παιχνίδια με το φως, ο βάλτος με τις καλαμιές και οι έκλυτες πια ψυχές των χαρακτήρων δίνουν όλη τη σαπίλα των πολεμικών και παρακμιακών εποχών. Το ένστικτο κυριαρχεί της λογικής, τα πρόσωπα δε χάνουν χρόνο να ικανοποιήσουν τις ορέξεις τους καθ’ ότι η τάξη και η ειρήνη έχει εκλείψει με αποτέλεσμα να μην υπάρχει περιθώριο για ευκαιρίες χαμένες. Απόλυτη αποχαλίνωση των ηθών, ταραχή και δυσωδία δοσμένα με ένα σχεδόν συμβολικό τρόπο που ενώνει το ντεκόρ με την ανθρώπινη ταραχή της ψυχής, σαν η φύση να αποτελεί προβολή των άγριων ενστίκτων του ανθρώπου.
«Ανήκει στην κατηγορία του τρόμου;» θα  διερωτηθεί ο δυτικός θεατής. Σαφώς, διότι περιέχει έγκλημα, βία και σήψη και επιπλέον θρησκευτική αγωνία για το αιώνιο ερώτημα αν πληρώνονται τελικά οι αμαρτίες μετά θάνατον ή στην ενθαδική ύπαρξη. Ξενίζει αλλά αν τη σκεφτείς σαν τα παραμύθια που σου έλεγε η γιαγιά για τις τιμωρίες των παραβατών της ηθικής τάξης των θεών μπορεί να σε υποβάλλει μια χαρά.
ΥΓ: Θα ήταν θανάσιμο σφάλμα να μην επισημάνουμε την εκπληκτική μουσική επένδυση της ταινίας. Κυριολεκτικά καθηλωτική.

 Σκηνοθεσία Kaneto Shindô

Kwaidan

Τέσσερεις ιστορίες φαντασίας-τρόμου:
1.    Black hair
2.    Woman of the snow
3.    Hoichi the earless
4.    In a cup of tea
περιέχει αυτό το μικρό αριστούργημα του Κομπαγιάσι (βλ. Χαρακίρι).
       Στην πρώτη, ένας φτωχός σαμουράι εγκαταλείπει την καλοσυνάτη γυναίκα του για να παντρευτεί μια πλούσια κοπέλα από συμφέρον. Αλλά οι τύψεις τον βασανίζουν και μετά από καιρό παίρνει την απόφαση να επιστρέψει και να επανορθώσει για όλο το κακό που της έκανε. Θα τα καταφέρει άραγε;
        Στη δεύτερη, ένας νεαρός ξυλοκόπος έρχεται αντιμέτωπος με την Κυρία του χιονιού που του χαρίζει τη ζωή με την προϋπόθεση  να μη μαρτυρήσει σε κανέναν όσο ζει ότι την είδε και τον άφησε να φύγει. Έως τη στιγμή όταν μετά από καιρό αποκαλύπτει το μυστικό…
        Στην τρίτη, ένας νέος τυφλός μοναχός είναι αξεπέραστος στο biwa (παραδοσιακό έγχορδο όργανο). Αφηγείται καταπληκτικά το έπος, ως αρχαίος αοιδός , της φονικής τελικής ναυμαχίας ανάμεσα στις φατρίες Heike και Genji. Μέχρι που ένας υπηρέτης από τους νεκρούς εκείνους τον καλεί να τους τραγουδάει κάθε βράδυ, πράγμα που βάζει σε κίνδυνο την υγεία του. Ο ηγούμενος της μονής αποφασίζει να τον σώσει με ένα μικρό τίμημα δυστυχώς…
       Τέλος, ένας συγγραφέας αφήνει ανολοκλήρωτο το έργο του γιατί αυτό γίνεται πραγματικότητα… με διαβολικό τρόπο.

        Θα μπορούσα να χαρακτηρίσω αυτό το είδος horror «ποιητικό ή λυρικό τρόμο» γιατί πιο πολύ ενδιαφέρεται ο σκηνοθέτης να υπνωτίσει το θεατή και να τον περάσει στο βασίλειο του φανταστικού με την ιδέα ότι οι δυο κόσμοι των ζωντανών και των νεκρών σε κάποια αδιόρατα σημεία του διηνεκούς μπλέκουν μεταξύ τους, οπότε οι νεκροί συναντούν τους ζώντες με κακούς σκοπούς… παρά  να τον τρομάξει με απότομες εναλλαγές σκηνών, ανείπωτη βία και αιματοκυλίσματα. Ο ρυθμός του φιλμ είναι ήρεμος και χαλαρωτικός, χωρίς εξάρσεις, η μουσική υπόκρουση σου χτυπάει στα μηνίγγια με κάθε εμφάνιση του φαντάσματος ή του υπερφυσικού και η φωτογραφία με τα χρώματα και τις ανορθόδοξες γωνίες λήψης δημιουργεί μια απόκοσμη, μοναδικής αισθητικής ομορφιάς, σύνθεση. Τι άλλο χρειάζεται κανείς; Μαγεία…

Σκηνοθεσία Masaki Kobayashi